Αναμφίβολα, στο επίκεντρο των συζητήσεων των τοπικών εν Δωδεκανήσω παραγόντων βρίσκεται το θέμα του Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου ή καλύτερα της κατάργησης του, κατόπιν των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (εφεξής, ΣτΕ). Οι δημόσιες τοποθετήσεις ήταν πολλές, ενώ οργανώθηκαν και συσκέψεις για το θέμα, ως να προέκυψε αιφνιδίως, να μην είχε ήδη γνωρίσει τόση δημοσιότητα προηγουμένως και, κυρίως, ως να μην είχε εκδοθεί προ μηνών η παραπεμπτική απόφαση του Β' Τμήματος του ΣτΕ. Δυστυχώς, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντοτε στη χώρα μας, σε κάθε σημαντικό θέμα φροντίζουμε να κινούμαστε και μιλούμε βεβιασμένα αδιαφορώντας για το περιεχόμενο των λόγων μας, που συχνά αντιβαίνει στη λογική. Προέβημεν, λοιπόν, και στο θέμα του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ. στη διατύπωση καίριων παραλογισμών.
Παραλογισμός 1ος. Ακούστηκε, γράφτηκε και υποστηρίχθηκε ότι δεν καταργήθηκε ο ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ, αλλά οι αποφάσεις του ΣτΕ αφορούν συγκεκριμένες υποθέσεις, ενώ η διοίκηση οφείλει να αναμένει νομοθετική ρύθμιση! Σύμφωνα, όμως, με το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος «Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης.». Επιπλέον, στην έννομη τάξη μας υπάρχει και το Προεδρικό Διάταγμα 61/2004 που αναφέρεται στη διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης της Διοίκησης στις δικαστικές αποφάσεις, αλλά και το άρθρο 56 παρ. 4 του Ν. 341/1978, σχετικά με την υποχρέωση συμμόρφωσης στις δικαστικές αποφάσεις. Επομένως, αφ' ης στιγμής εξεδόθησαν οι εν λόγω δύο αποφάσεις που κρίνουν το συγκεκριμένο νόμο ως αντισυνταγματικό, τούτο συνεπάγεται την αντισυνταγμάτικοτητα του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ για όλους και, επομένως, η βεβαίωση ή είσπραξη του εν λόγω φόρου από τους ΟΤΑ θα οδηγήσει απλώς και μόνον στην έναρξη πλήθους δικαστικών διαφορών με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα.
Παραλογισμός 2ος. Η κατάργηση του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ οδήγησε σε εξαγγελίες για σειρά μέτρων με στόχο τη μείωση των δαπανών του Δήμου και την οικονομική εξυγίανση του. Μεταξύ άλλων προβλήθηκαν συγκεκριμένες δαπάνες οι οποίες θα εξορθολογισθούν και προτάθηκε η αξιοποίηση της δημοτικής περιουσίας. Αβίαστα γεννάται το ερώτημα: Έπρεπε να καταργηθεί ο ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ. για να αποφασίσουμε τα ανωτέρω που πρέπει να θεωρούνται τουλάχιστον ως αυτονόητα; Η χάραξη οικονομικής πολιτικής στα πλαίσια των Ο.Τ.Α., ιδίως στη σημερινή εποχή που οι παχιές αγελάδες έχουν ήδη αδυνατίσει, οφείλει να στοχεύει πάντα στη συγκράτηση των δαπανών και την αύξηση των εσόδων πρωτίστως διά της αξιοποίησης της δημοτικής περιουσίας, μέτρο που μπορεί να έχει και αναπτυξιακό χαρακτήρα με πολλαπλασιαστικό όφελος για την κοινωνία, αλλά και για τα δημοτικά έσοδα. Επομένως, τα αυτονόητα οφείλουμε να τα αποφασίζουμε μόνοι μας και όχι να τα πράττουμε κατόπιν νέων δεδομένων που δημιουργούν οι δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες σημειωτέον προφυλάσσουν τη νομιμότητα.
Παραλογισμός 3ος. Υποστηρίχθηκε ευρύτατα ότι η κατάργηση του ΔΗ.ΔΟ.ΔΩ. αποτελεί το προγεφύρωμα για την αύξηση του Φ.Π.Α. στα Δωδεκάνησα. Είναι γνωστό σε όλους ότι το εν λόγω μέτρο, της αύξησης των συντελεστών του ΦΠΑ, υπάρχει πάντα ως επιλογή σε περίπτωση ύπαρξης δημοσιονομικού κενού. Εντούτοις, μία απλή ανάγνωση των αποφάσεων του ΣτΕ, την οποία ανάγνωση όφειλαν όλοι να κάνουν προτού τοποθετηθούν δημοσίως, δίνει σαφή επιχειρήματα στους παράγοντες των νησιωτικών περιοχών που τάσσονται υπέρ της μη αύξησης των συντελεστών του Φ.Π.Α. και ενδεχομένως προκαταλαμβάνει μία μελλοντική κρίση του ΣτΕ σχετικά με την ενδεχόμενη αύξηση του Φ.Π.Α.. Ειδικότερα, εμμέσως πλην σαφώς ομολογεί το ΣτΕ ότι στις νησιωτικές περιοχές υπάρχουν οι ειδικές συνθήκες που δικαιολογούν χαμηλότερους συντελεστές Φ.Π.Α.. Να υπενθυμίσω ότι η διαφωνία μεταξύ της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας των μελών του ΣτΕ ήταν ακριβώς εάν υπήρχαν ειδικές συνθήκες που να δικαιολογούν τη θέσπιση του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ. Η δε πλειοψηφούσα γνώμη θεώρησε μεταξύ άλλων ότι δεν υπάρχουν ειδικές συνθήκες διότι άλλες, όμοιες με τη Δωδεκάνησο, περιοχές της χώρας δεν έχουν την ίδια αντιμετώπιση, ήτοι δεν έχουν τα αντίστοιχα έσοδα. Ήτοι, εάν το ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ. ήταν δημοτικός φόρος νησιωτικών περιοχών ή δημοτικός φόρος τουριστικών περιοχών, ενδέχεται η απόφαση του ΣτΕ να ήταν διαφορετική. Επομένως, μάλλον οι πρώτες ευθύνες θα πρέπει να αναζητηθούν στη βιαστική θέσπιση του νέου ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ. εν έτει 1994, που έγινε απλώς προς αντικατάσταση του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου, κατόπιν απόφασης του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και όχι προς επίλυση του πραγματικού νομικού προβλήματος.
Αναντίρρητα, η κατάργηση του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ. γίνεται στη χειρότερη χρονική στιγμή για τους Δήμους της Δωδεκανήσου και θα έχει τρομακτικές συνέπειες για τα οικονομικά τους. Πλέον, οι τοπικές επιχειρήσεις στενάζουν, οι οφειλέτες στις δημοτικές επιχειρήσεις έχουν αυξηθεί και οι κρατικοί πόροι αγνοούνται. Όμως, η νομιμότητα είναι ύψιστο αγαθό στη Δημοκρατία και πρέπει οποτεδήποτε να γίνεται σεβαστή. Η θέσπιση νέων τελών, που θα αντικαταστήσουν τα έσοδα τα οποία στερούνται οι Δήμοι από την κατάργηση του ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ., αποτελεί μία επιλογή, πλην όμως ίσως όχι την πλέον ενδεδειγμένη. Τουλάχιστον σε εμένα μου φέρνει στο νου τη γνωστή ιστορία με τον τρελό Μανώλη, κάτοικο των Αθηνών, που εμφανίστηκε στον βασιλιά Όθωνα με τα ρούχα του ανάποδα ως ένδειξη επισημότητας και από όπου έχουμε ακόμα το ρητό «άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα το αλλιώς»..
Προτιμότερο είναι, αφού πράξουμε τα αυτονόητα, δηλαδή το νοικοκύρεμα στα οικονομικά του Δήμου και την αξιοποίηση της δημοτικής περιουσίας, να αναζητήσουμε πόρους για τις δράσεις που επιθυμούμε να αναλάβουμε. Αφενός, λοιπόν, οφείλουν οι Δήμοι σε πανελλαδικό επίπεδο να συντονιστούν και να πιέσουν την εκτελεστική εξουσία για την ουσιαστική εφαρμογή του Καλλικράτη και για τη χορήγηση πόρων στους Δήμους, πόρους που οι Δήμοι δικαιούνται. Αφετέρου, πρέπει άμεσα να υπάρξει μελέτη και δημιουργία ειδικής διεύθυνσης ή επιτροπής απαρτιζόμενης από επιστημονικό προσωπικό του Δήμου, που θα αναλάβει την προώθηση και υπαγωγή των έργων που ο Δήμος επιθυμεί να εκτελέσει σε προγράμματα επιδοτούμενα από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων διακρατικών οργανισμών στους οποίους συμμετέχει η χώρα μας.