Ενώ βρίσκονται και πάλι σε εξέλιξη οι συνομιλίες ανάμεσα στον Αμερικανό πρόεδρο και τον ηγέτη των Ρεπουμπλικανών του Κογκρέσου για το ακανθώδες θέμα της αύξησης του ορίου δανεισμού από το υφιστάμενο επίπεδο των 31,4 τρισ. δολ., τα χρονικά όρια στενεύουν ασφυκτικά. Η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν δεν παύει να υπενθυμίζει ότι τα μετρητά στα ταμεία του αμερικανικού κράτους αρκούν μέχρι την 1η Ιουνίου, οπότε και θα αναγκασθεί η κυβέρνηση να κηρύξει στάση πληρωμών αν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία ανάμεσα στον Λευκό Οίκο και στους Ρεπουμπλικανούς. Ως εκ τούτου, παρά τις δηλώσεις αισιοδοξίας τόσο του Τζο Μπάιντεν όσο και του Κέβιν Μακ Κάρθι πως τώρα το κλίμα στις συνομιλίες είναι καλύτερο σε σχέση με ό,τι ίσχυε πριν από λίγες ημέρες, οι τράπεζες της Wall Street προσπαθούν να προετοιμαστούν για το ενδεχόμενο στάσης πληρωμών.
Η βιομηχανία χρηματοπιστωτικών των ΗΠΑ έχει επανειλημμένως προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο κρίσης, με τελευταία φορά τον Σεπτέμβριο του 2021. Αυτή τη φορά όμως επικρατεί ατμόσφαιρα συναγερμού ανάμεσα στα στελέχη των τραπεζών, καθώς έχουν στενέψει ανησυχητικά τα χρονικά περιθώρια για την επίτευξη συμβιβασμού και απομένουν λιγότερο από δύο εβδομάδες μέχρι την 1η Ιουνίου. Οπως σχολιάζουν, η διευθύνουσα σύμβουλος της Citigroup, Τζέιν Φρέιζερ, χαρακτηρίζει την τρέχουσα διελκυστίνδα για το όριο του δανεισμού «σαφώς πιο ανησυχητική» από παλαιότερες αντίστοιχες καταστάσεις και ο Τζέιμι Ντίμον, διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan Chase, αποκαλύπτει πως η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ συγκαλεί έκτακτες συνεδριάσεις κάθε εβδομάδα για να εξετάσει τυχόν επιπτώσεις ενός αδιεξόδου και μιας στάσης πληρωμών.
Ετσι, τράπεζες, χρηματιστηριακές και πλατφόρμες χρηματιστηριακών συναλλαγών ετοιμάζονται πυρετωδώς για μια μεγάλη αναταραχή στην αγορά ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου. Μελετούν με ποιο τρόπο θα διαχειριστούν τις πληρωμές των τίτλων του αμερικανικού δημοσίου, πώς θα αντιδράσουν κρίσιμες αγορές κεφαλαίων, εξετάζουν πώς μπορούν να διασφαλίσουν επάρκεια τεχνολογίας και λειτουργίας των τεχνολογικών συστημάτων όπως επίσης και λειτουργικότητας του προσωπικού τους. Παράλληλα, αναζητούν τρόπους για να διασφαλίσουν επάρκεια ρευστότητας ώστε να μπορούν να διαχειριστούν μεγάλους όγκους συναλλαγών, ενώ ελέγχουν τον ενδεχόμενο αντίκτυπο στα συμβόλαια των πελατών τους.
Οι επενδυτές με μεγάλη έκθεση σε ομόλογα έχουν προειδοποιήσει πως είναι καθοριστικής σημασίας να διατηρήσουν οι τράπεζες υψηλά επίπεδα ρευστότητας ώστε να αντιμετωπίσουν μεγάλες και απότομες μεταβολές στην αξία του ενεργητικού τους και να μην αναγκαστούν να εκποιήσουν στοιχεία ενεργητικού στη χείριστη δυνατή στιγμή.
Η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν δεν παύει να υπενθυμίζει ότι τα μετρητά στα ταμεία του αμερικανικού κράτους αρκούν μέχρι την 1η Ιουνίου.
Η πλατφόρμα διαπραγμάτευσης ομολόγων Tradeweb ανακοίνωσε ότι διεξάγει συνομιλίες με την πελατεία της, βιομηχανικούς ομίλους και άλλους παράγοντες της αγοράς γύρω από τα σχέδια αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων που εκπονεί αυτόν τον καιρό. Στο μεταξύ, οι χρηματιστηριακές και η Ενωση Χρηματαγορών (SIFMA) έχουν συντάξει και μελετούν εγχειρίδιο με λεπτομερείς οδηγίες που περιγράφουν πώς θα επικοινωνούν μεταξύ τους τις ημέρες ακριβώς πριν αλλά και τις τρεις πρώτες ημέρες μετά μια στάση πληρωμών οι παράγοντες της αγοράς, δηλαδή η Federal Reserve της Νέας Υόρκης, η Ενωση Εκκαθάρισης Επενδύσεων Σταθερού Εισοδήματος (FICC), οι τράπεζες που διεκπεραιώνουν εκκαθαρίσεις πληρωμών και οι διαπραγματευτές ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου.
«Είναι δύσκολο γιατί αυτό που συμβαίνει είναι άνευ προηγουμένου», επισημαίνει ο Ρομπ Τούμεϊ, γενικός διευθυντής της SIFMA, ο οποίος τονίζει ότι «προσπαθούμε να διασφαλίσουμε ένα σχέδιο μαζί με τα μέλη μας ώστε να τα βοηθήσουμε να κινηθούν σε μια κατάσταση αναταραχής».
Ο λόγος βέβαια είναι πως τα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου αποτελούν θεμέλιο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πλήρως η έκταση της ζημίας που μπορεί να προκαλέσει μια στάση πληρωμών. Εκτιμάται κατ’ αρχάς ότι θα είναι πολύ δύσκολες οι συναλλαγές στη δευτερογενή αγορά.
Στο μεταξύ, στελέχη της Wall Street που έχουν λειτουργήσει και ως σύμβουλοι του αμερικανικού υπουργείου, προειδοποιούν πως η δυσλειτουργία στην αγορά ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου θα εξαπλωθεί ταχύτατα στις αγορές παραγώγων, στεγαστικών και εμπορευμάτων καθώς οι επενδυτές θα αμφιβάλουν για την εγκυρότητα των ομολόγων που θα χρησιμοποιούνται ως ενέχυρο για την ασφάλιση των συναλλαγών και των δανείων. Και οι αναλυτές της αγοράς επισημαίνουν πως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ενδέχεται να ζητούν από τους εταίρους να αντικαθιστούν όσα ομόλογα έχουν πληγεί εξαιτίας της στάσης πληρωμών.
Ακόμη και μια μικρή υπέρβαση του ορίου χρέους της υπερδύναμης ενδέχεται να οδηγήσει σε εκτόξευση των αποδόσεων των ομολόγων, πτώση των τιμών των μετοχών και σε γενικότερη αναταραχή στις αγορές. Και προπαντός θα συμβεί αυτό για το οποίο έχει προειδοποιήσει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s: ότι θα «παγώσουν» οι αγορές βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης.
kathimerini.gr