Αν και η χρονιά ξεκίνησε με θετικά νέα για την προσδοκώμενη κίνηση από τις βασικές για τον ελληνικό Τουρισμό αγορές και παρά το γεγονός πως τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν περαιτέρω αύξηση στον αριθμό των τουριστών τη φετινή σεζόν, η επιφυλακτικότητα εκ μέρους των επιχειρηματιών του τουριστικού όχι μόνο δεν έχει καμφθεί, αντίθετα τα "αντανακλαστικά” του κλάδου βρίσκονται στο "κόκκινο”.
Όπως εξηγούν στο Capital.gr στελέχη του Τουρισμού, τρεις είναι οι βασικές παράμετροι που θα επηρεάσουν- σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό- τη φετινή πορεία της επισκεψιμότητας και κυρίως των αναμενόμενων εσόδων, που είναι και το κρισιμότερο θέμα: η ισοτιμία της λίρας με το ευρώ που αναμένεται να περιορίσει τα ταξίδια των Βρετανών τουριστών, το ενδεχόμενο νέας αύξησης φόρων στη διανυκτέρευση και ο σκληρός ανταγωνισμός που έχει ξεκινήσει από την Τουρκία και την Αίγυπτο όσον αφορά την προσέλκυση μεριδίων.
Στο πρώτο "μέτωπο”, η ισοτιμία μεταξύ των δύο νομισμάτων μετά το Brexit εκτιμάται πως θα οδηγήσει στη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης των Βρετανών πολιτών και κατ' επέκταση στον περιορισμό των ταξιδιών προς χώρες του εξωτερικού εν γένει, από 5 έως και 10%. Όσον αφορά τις επιπτώσεις για τον ελληνικό Τουρισμό, το τοπίο είναι ακόμη θολό. Παρά το θετικό ρυθμό προκρατήσεων που φάνηκε στις αρχές του προηγούμενου Νοεμβρίου, τα πράγματα δείχνουν πως αν τελικά καταγραφεί αύξηση στον αριθμό των τουριστών, το ποσοστό αυτό θα είναι μονοψήφιο, ενώ δεν αποκλείεται να σημειωθεί ακόμη και μικρή πτώση της τουριστικής κίνησης.
Οι εξελίξεις δεν είναι θετικές ούτε στο κομμάτι της φορολόγησης του τουριστικού τομέα. Προκειμένου να "ξεκολλήσει” η διαπραγμάτευση με τους δανειστές για τη δεύτερη αξιολόγηση, η Κυβέρνηση προσανατολίζεται στην αύξηση του μεσαίου ΦΠΑ από το 13% στο 14%, όπου συμπεριλαμβάνεται και η διαμονή στα ξενοδοχεία. Αν και η αύξηση κατά μία μονάδα δεν θεωρείται ότι είναι ικανή να ανατρέψει τα σχέδια διακοπών των τουριστών από το εξωτερικό, η συνεχής επιβάρυνση του τουριστικού κλάδου έχει επιβαρύνει σημαντικά την τιμή των πακέτων, αυξάνοντας παράλληλα τα βάρη για τις επιχειρήσεις. Και όλα αυτά τη στιγμή που η χώρα μας έχει από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στη διαμονή σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου. Συγκεκριμένα, η Κύπρος έχει ΦΠΑ 9% στα ξενοδοχεία, η Τουρκία 8%, η Ιταλία και η Κροατία 10% και μόνο η Ισπανία 13%, όπου εκεί όμως ο ΦΠΑ στην εστίαση είναι 13% και όχι 24% όπως στην Ελλάδα.
Το σενάριο να επιβληθεί και τέλος διανυκτέρευσης σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια από το 2018 επιβαρύνει το ήδη αρνητικό κλίμα. Όπως τονίζουν φορείς του Τουρισμού εξάλλου, η υψηλή φορολογική επιβάρυνση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος αποτελεί σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στην προσπάθεια για πώληση πακέτων από ξένους tour operators, επιβαρύνοντας την ανταγωνιστικότητα και οδηγώντας σε όξυνση της εποχικότητας.
Ο τρίτος και πολύ σημαντικός παράγοντας που θα καθορίσει φέτος την τουριστική ζήτηση έχει να κάνει με τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από την Τουρκία και την Αίγυπτο, δύο χωρών που είδαν την χρονιά που πέρασε ραγδαία μείωση των μεριδίων τους υπό το φόβο των τρομοκρατικών χτυπημάτων. Φέτος περνούν στην αντεπίθεση με επιδοτήσεις πτήσεων τσάρτερ, μεγαλύτερη προβολή στη γερμανική και ρωσική αγορά και χαμηλές τιμές στα προσφερόμενα πακέτα.
Τα παραπάνω καθιστούν προς το παρόν δύσκολες τις όποιες προβλέψεις για το ύψος των ταξιδιωτικών εισπράξεων. Η περσινή σεζόν ανέτρεψε όλες τις επιδιώξεις των εσόδων, τα οποία έμειναν στο ίδιο επίπεδο με τις εισπράξεις του 2015, δηλαδή κοντά στα 14 δισ. ευρώ (αναμένεται ο τελικός απολογισμός), αν και οι αφίξεις τουριστών ήταν κατά 1,5 εκατ. περισσότερες. Μετά από τρία χρόνια ανόδου (41% μεταξύ 2012 και 2015 σε σταθερές τιμές), πέρσι καταγράφηκε μείωση της Μέσης Κατά Κεφαλήν Δαπάνης. Ταυτόχρονα, λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας το πρώτο εξάμηνο του 2016, το ελληνικό τουριστικό προϊόν εισήλθε με καθυστέρηση στην διεθνή τουριστική αγορά με αποτέλεσμα να χρειαστεί να γίνουν πολύ μεγάλες προσφορές τιμών για να προσελκυσθούν πελάτες "τελευταίας στιγμής’” (last minute offers).
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΤτΕ για το δεκάμηνο του 2016, η πτώση στα έσοδα άγγιξε το 4,2% (έφτασαν τα 13,1 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 576 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2015). Την ίδια ώρα, κατά 9% περιορίστηκε η μέση δαπάνη ανά ταξίδι, παρά το γεγονός πως η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση αυξήθηκε κατά 4,7%. Το μεγαλύτερο πλήγμα ήρθε από τις δύο βασικές αγορές για τον ελληνικό Τουρισμό, τη Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία. Για την περίοδο Ιαν.- Οκτ., οι εισπράξεις από τη Γερμανία μειώθηκαν 6,2% και διαμορφώθηκαν στα 2,07 δισ. ευρώ και τα έσοδα από την Αγγλία κατά 1,2% (1,95 δισ. ευρώ).
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.